Από τη Συλλογή Διηγημάτων "Μετ' εμποδίων"
Ο Κωστής Δεμερτζής το έκανε το... θαύμα του, πάλι, και δημοσίευσε εκεί, στην αγαπημένη μου τελευταία σελίδα της ν.Π.Ε. ένα μικρό διήγημα μου, επίκαιρο, το οποίο συνοδεύεται από πίνακα μου με λαδομπογιές... Κωστή ένα μεγάλο ευχαριστώ!
Φώτα γιορτινά λοιπόν!
Η αρχική μου ανάρτηση
"Φώτα γιορτινά"
..............
"Φώτα γιορτινά"
..............
Του άρεσαν πολύ οι γιορτές του χειμώνα, Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά.
Από μικρό παιδί, πάντα τις περίμενε με λαχτάρα.
Τα δώρα, συνήθως, φτωχικά.
Θυμάται ένα τσίγκινο κόκκινο πουλμανάκι με τα πρόσωπα των επιβατών κολλημένα στα παράθυρα.
Ήταν από εκείνα με τη "μούρη" μπροστά.
Το είχε αγαπήσει, παρακολουθώντας το απ' το πλάι να ξεπερνάει όλα τα εμπόδια από τις ζάρες στο πάπλωμα του κρεβατιού, ενώ αυτός έκανε με τη φωνή του το θόρυβο της μηχανής.
Τόσο του άρεσε το φτηνό αυτοκινητάκι που θυμόταν ότι ρωτούσε επίμονα τον πατέρα του...
-Μπαμπά θα έχω το πουλμανάκι για πάντα;
Έπαιρνε την διαβεβαίωση και συνέχιζε να παίζει, εκεί, μανιωδώς, δεν έλεγε να σηκωθεί!
Τα δώρα και τα φώτα λοιπόν!
Πόσο τον μαγεύανε οι δρόμοι, οι κήποι, οι βεράντες, η παραλία που φωτιζόταν τη νύχτα με πολύχρωμα λαμπιόνια, τόσο χαρούμενα!
Μεγαλώνοντας , αυτή η λαχτάρα για τις γιορτινές μέρες δεν έλεγε να περάσει.
Λες και ζούσε όλο το χρόνο για αυτές τις ολοφώτιστες μέρες.
Περασμένα από καιρό τα εξήντα, με μια ζωή αρκετά μπερδεμένη, βρέθηκε να οδηγεί στο άγνωστο λίγες μέρες μετά τις γιορτές.
Ψωφόκρυο, αλλά ο κλιματισμός στο παλιοκαιρισμένο αμάξι δούλευε περίφημα! Οδηγούσε αλλά κάτι τον ενοχλούσε! Απροσδιόριστο...
Τελικά το βρήκε!
Ο δήμος είχε σβήσει τα λαμπάκια από τα δέντρα και τις κολόνες!
Είχε πρόωρα αφαιρέσει τη μαγεία από την μικρή επαρχιακή πόλη.
Τι κρίμα!
Η παγωνιά μπήκε στο αμάξι και στην ψυχή του.
Πέταξε κάτι για τον άρχοντα και συνέχισε τσαντισμένος τον δρόμο για το σπίτι.
Έκανε μια παράκαμψη για το λιμάνι, έτσι άσκοπα...
Στην στροφή, αρκετά μακριά ακόμη, τον περίμενε η έκπληξη!
Η πολύ ευχάριστη έκπληξη!
Δεν είχαν στο δρόμο αυτό ξεστολίσει τίποτα!
Τα φωτάκια του χαμογελούσαν και έπαιζαν χαρούμενα με τα συναισθήματα του!
Δεν έχασε καιρό. Μόλις έφθασε στο τέλος του στολισμένου κι ολοφώτιστου δρόμου έκανε μεταβολή και στο ρελαντί απολάμβανε το θέαμα, το απρόσμενο, αυτό που μέχρι πριν λίγο το θεωρούσε τελειωμένο.
Ο άδειος δρόμος, με μια λεπτή γλίτσα απ' το ψιλόβροχο και η μαγεία των φώτων τον έκαναν ευτυχισμένο!
Συνέχισε πάνω-κάτω, πάνω-κάτω μέχρι που έφθασε η βελόνα στο κόκκινο.
Τότε μόνο πήρε το δρόμο για το σπίτι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου